Άνοιξε την βαριά πόρτα που χώριζε την κουζίνα από τη σάλα της ταβέρνας – βαριά, να κρατάει τους ήχους μακρυά από τους πελάτες. Να αφήνει να περνάνε μόνο μυρωδιές, όπως άνοιγε κι έκλεινε. Κρατούσε πάντα την κουζίνα της μακρυά από τα αδιάκριτα βλέμματα – ήταν το δικό της μυστικό «βασίλειο». Μόνο εκεί ένιωθε καλά. Χρόνια τώρα, έχει ξεχάσει πόσα, προτιμούσε να είναι ανάμεσα στις κατσαρόλες και στα τηγάνια της, ανάμεσα στα μυρωδικά της. Ευτυχώς που ο πατέρας της άφησε το μαγέρικο τούτο στην άκρη του χωριού, κι ευτυχώς που κανένα από τ’ αδέρφια της δεν το ήθελε. Το ανέλαβε μόνη της. «Το μαγέρικο της αθανασίας». Και όσοι είχαν φάει από τα χέρια της, έλεγαν ότι ταίριαζε ο τίτλος, πλησίαζαν σε νοστιμιά τα γεύματα των αθανάτων αυτά που έφτιαχνε. Κι έρχονταν ξανά και ξανά, ντόπιοι και ξένοι. Οι περισσότεροι δεν ήξεραν ότι Αθανασία ήταν… απλά το όνομά της.

Το «μυστικό» της ήταν τα μυρωδικά και τα μπαχαρικά. Ήξερε, από ένστικτο, τι να βάλει και που, και πόσο. Κι έφτιαχνε καινούριες γεύσεις, χωρίς να ακολουθεί πιστά τις συνταγές. Όλοι τα παίνευαν τα πιάτα της, κι έψαχναν και τη ρωτούσαν το πώς. Μα, δεν ήξεραν το πιο βασικό συστατικό που έβαζε. Της το είχε μάθει ο παππούς της όταν, κοριτσάκι ακόμα πήγαινε και μπερδευότανε ανάμεσα στις κουτάλες και τους πλάστες του. «΄Ο,τι και να κάνεις, με ό,τι και να καταπιαστείς, να το κάνεις με αγάπη – αυτή είναι η μόνη αλάνθαστη συνταγή. Να βάζεις τα χέρια σου στα υλικά, να μην τα φοβάσαι. Να τα αγγίζεις, να τα μυρίζεις, να τα κοιτάς καλά, να «τ’ ακούς», να τα δοκιμάζεις. Να τα νιώθεις – έτσι μόνο θα σου πετυχαίνουν · όχι τα φαγητά, τα πάντα». Και τον ακολουθούσε τον κανόνα. Πιστά. Τόσα χρόνια, σε τούτες τις κατσαρόλες έβαζε την ψυχή της. Ένιωθε τα υλικά, πριν ακόμα τα ανακατέψει. Έκανε τα πάντα με τα χέρια της, δεν άφηνε άλλον να ακουμπήσει στην προετοιμασία. Οι βοηθοί που κατά καιρούς περνούσαν από δίπλα της ήταν μόνο για τις υπόλοιπες δουλειές – να ανακατέψουν, να σηκώσουν το ταψί, να σερβίρουν και να πλύνουν τα σκεύη… Και να την εκνευρίζουν, βάζοντας πάντα τις κουτάλες από τη δεξιά μεριά – κανείς τους ποτέ δεν θυμόταν ότι ήταν αριστερόχερη!

Το πιο πετυχημένο πιάτο της, πάντως, ήταν τα γεμιστά. Κυρίως οι ντολμάδες. Όλων των ειδών, με κάθε τρόπο φτιαγμένοι. Dolmak λένε στα τούρκικα οποιοδήποτε γεμιστό λαχανικό, της είχε πει η τουρκάλα γειτόνισσα. Τα τυλιγμένα με αμπελόφυλλα ή λάχανο λέγονται κανονικά σαρμάδες, που θα πει «τυλιχτά», και τα υπόλοιπα «τυλιγμένα» σε φύλλα, γιαπράκια. Έφτιαχνε κι εκείνη ό,τι μπορούσε να γίνει γεμιστό, και με οποιαδήποτε γέμιση. Εκτός από τα κλασσικά γεμιστά (πάντα με ρύζι, ποτέ με κιμά), τους γνωστούς ντολμάδες με αμπελόφυλλα (που τους έφτιαχνε και με κιμά και γιαλαντζί) και τους λαχανοντολμάδες, έφτιαχνε καταπληκτικά κολοκυθολουλούδια γεμιστά με ρύζι, συνταγή της γιαγιάς από την Κρήτη.

Και από φίλους, και δικό της ψάξιμο κι αυτοσχεδιασμούς, «γέμιζε» διάφορα: φύλλα από λάπατα, μαρούλια, κι ακόμα κρεμμύδια, πιπεριές, μελιτζάνες, μεγάλα μανιτάρια, μήλα, κυδώνια… και από τα πιο αγαπημένα της, τα μικρασιάτικα κρεμμυδογεμιστά «σουγάνια», που είχε δοκιμάσει και στα απέναντι νησιά – Σάμο, Μυτιλήνη… Τότε, που ήταν νέα και είχε όρεξη, κι ακόμα ταξίδευε. Σ’ ένα απ’ αυτά τα ταξίδια, μια άνοιξη, σ’ ένα από κείνα τα παράλια, τον γνώρισε – πόσα χρόνια πέρασαν; Ούτε μπορεί να μετρήσει πια. Μόνο τα μάτια του θυμάται που και που. Ένα χαμογελαστό πρόσωπο με υπέροχα μάτια, σ’ ένα κήπο με άσπρα λουλούδια. Το μόνο που έχει μείνει στη μνήμη της. Δεν τον ξαναείδε, δεν ξαναέμαθε τίποτα γι’ αυτόν. Ούτε και προσπάθησε, δηλαδή. Δεν ήταν γι’ αυτήν «αυτά». Προτιμούσε την ασφάλεια της κουζίνας της από τις περιπέτειες, έτσι έπειθε τον εαυτό της. Καμιά φορά μονάχα σκεφτόταν πώς θα ήταν η ζωή της, αν… Αλλά πολύ γρήγορα την έδιωχνε τη σκέψη, και γύριζε στα μπαχαρικά της.

«Έφυγε και η τελευταία παρέα, να κλείσω;» Η φωνή της μικρής βοηθού, απ’ έξω. «Κλείσε και κλείδωσε, θα μαζέψω μόνη μου. Καληνύχτα σου!» Είχε και τα λουλούδια των κολοκυθιών να γεμίσει. Τα είχε κόψει τα χαράματα, που ήταν ακόμα ανοιχτά, και τα είχε βάλει προσεκτικά το ένα μέσα στο άλλο, να μείνουν έτσι, κι αμέσως στο ψυγείο. Ήθελε να τα γεμίσει τώρα, να είναι έτοιμα το πρωί.

Αφού ανακάτεψε καλά τα υλικά της γέμισης, πήρε το πρώτο. Το μάτι της έπεσε έξω, στον κήπο. Τον φρόντιζε μόνη της κι αυτόν. Είχε όλα σχεδόν τα λαχανικά που χρειαζόταν, όλα τα μυρωδικά, και στις άκρες της μάντρας λουλούδια: πολλά είδη, για να ανθίζουν κάθε εποχή, αλλά πάντα άσπρα. Κρίνα, τριαντάφυλλα, μαργαρίτες, γιασεμιά, ζουμπούλια και γλαδιόλες, κάλλες.. Τώρα ήταν ανθισμένα τα χρυσάνθεμα, γέμιζαν τον τόπο κάτασπρα, φώτιζαν τη νύχτα.

Άναψε το γκάζι, να ζεστάνει νερό για ένα βραστάρι. Θα της έπαιρνε ώρα το γέμισμα, το έβλεπε. Έκατσε στην καρέκλα να ξεκουράσει τη μέση της, είχε αρχίσει να την ενοχλεί. Συνέχισε, μηχανικά να γεμίζει τα λουλουδάκια ένα ένα και να τα αραδιάζει στον πάτο της κατσαρόλας, ενώ το μυαλό της ταξίδευε στα χρόνια που είχαν περάσει. Πόσα θα της έμεναν άραγε να μπορεί να μαγειρεύει; ‘Ήταν ήδη σχεδόν 70, και η υγεία της δεν ήταν η καλύτερη. Και τώρα τελευταία την έπιαναν κάτι περίεργες ζαλάδες.

——-

Τη φωτιά την είδε ο γείτονας από μακρυά. Μέχρι να φωνάξει, να ειδοποιήσει, είχε απλωθεί παντού. Την Αθανασία τη βρήκαν ακουμπισμένη στο τραπέζι, να χαμογελάει…


Για τα ντολμαδοπόστ της aKanonistis
και για την Ελευθερία και τους υπέροχους κολοκυθανθούς της  -στη φωτογραφία, πριν τους φάω, χε χε χε!
Το άσμα*: Συνταγές μαγειρικής, Μαρία ΚωτήΔημήτρης Ζαχαριουδάκης/Γιώργος Μανωλάκης, Χαΐνηδες  (ο Γητευτής και το Δρακοδόντι, 2005)

*για την Πασχ(π)αλίτσα, και τα κολτσθλουλουδά της-και για σένα (ξ)αδερφέ, που με βοήθησες να «ακούσω» το τραγούδι.

**εννοείται ότι το ποστ είναι εκπαιδευτικόν -έχει συνταγές για διαφόρων ειδών ντολμάδες. Η ιστορία είναι απλά για να τις «ντύσει», -παρέα με τη μουσική  😉

Καλημέρα 🙂

30 σκέψεις σχετικά με το “της αθανασίας…

  1. Aπό συνταγές δεν ξέρω…
    Από ντολμαδοειδή ξέρω (να τα τρώω).
    Η ιστορία που έπλασες για να ντύσεις τις συνταγές είναι πεντανόστιμη.
    Νέο ταλέντο στη λογοτεχνία.
    Θα πω στη Ρίτσα να σε στρώσει να γράψεις κι άλλα.
    🙂

  2. Νατασάκι μου είναι πανέμορφο,πανέμορφο και με μεγάλη ποικιλία…Ακόμα και κολοκυθοαράστιο,φιλί μικρό και φιλούμπαααααααααανθούς μας γέμισες…Φιλί φιλί φιλί

  3. Υπέροχο…. με όλα τα είδη ντολμάδων…. αλλά να πω την αμαρτία μου…. τα σάλια μου έτρεξαν.. στην αναφορά στα σουγάνια….
    Μία φορά τα έφαγα στο Γαλαξείδι… και άλλες 3 τα μαγείρεψα… Είναι φαγητό κόλαση….
    Τι μου κάνεις βραδιάτικο…και δεν έχω και κιμά…και μεγάλα κρεμύδια….
    Αχ βαχ….
    Είσαι μερακλού συντεκνίτισσα….
    και αυτό φαίνεται!!!!!!!
    Σε όλα σου!!!!!!

    Να κανονίσουμε μία συνάντηση… που θα μαγειρέψουμε όλες ντολμάδες???
    Οταν κατέβω Αθήνα????
    (ΦΦΦΦΦ μου… δεν θα μου κάνεις σκηνή ε???)
    Χαχαχαχαχαχαχαχαχαχαχα
    (εγώ θα σας κάνω σουγάνια….τα λιμπίστηκα τώρα…)

    Φιλιάααααααααα καληνύκτααααααααα

  4. Από μαγειρική δεν σκαμπάζω γρι, αλλά μ’ αρέσουν οι ντολμάδες με αμπελλόφυλλα γιαλαντζί. Κρητικά πράγματα. Και οι κοκολυθοκορφάδες της Ελευθερίας πρέπει να ήταν φοβεροί.
    Μα απ’ όλα πιο πολύ μ’ αρεσε η ιστορία που «έντυσες» την ντολμαδοεγκυκοπαίδεια.
    Καληνύχτα Νατασσάκι!

  5. Φωτεινή μου, ήταν φοβεροί!!!
    Ίσα που πρόλαβα να τους φωτογραφίσω, ανάρπαστοι έγιναν!
    🙂
    Στο δικό μου χωριό φτιάχνουν και με τα φύλλα από τα λάπατα -δεν βρήκα συνταγή, μάλλον θα στρωθώ να τη γράψω 🙂

    Καλό σου βράδυ, φιλιά στην πατρίδα!

  6. Δεν έχω πολύ χρόνο ελεύθερο, αλλά όποτε βρω μαγειρεύω. Θα τις αντιγράψω. Το post είναι δυνατά δεμένο και «γάντι» με τισ συνταγές.
    Την καλησπέρα μου.

  7. Από ντολμάδες δεν ξέρω, ούτε και τους πολυτρώω, αλλα το κείμενο είναι ντολμα μπαξέ.
    το τραγουδάκι που είναι από τα αγαπημένα μου,….δακρύζω όταν το ακούω. Πολυ χαίρομαι..Φαντάσου τη σκηνή αυτής της γυναίκας , τη μοναξιά και την πληρότητα συγχρόνως….
    νασαι καλά

  8. Απλά να ντύσει νατασσάκι, αυτή κέντησε!!! (για την ιστορία λέω). Μου άρεσε πάρα πολύ 🙂 Καλό Σαββατοκύριακο

  9. Εντάξει (τώρα το συνειδητοποιώ) εγώ άφωνη… γίνεται? δε γίνεται!!! Όχι! πες πώς το έκανες (ο Μ. και η Ν. θα το εκτιμήσουν ιδιαίτερα) πες ΜΕ 🙂

  10. …άντε γιατί πλησιάζουν και τα ρακοκάζανα και μας…λείπουν οι …συνταγές με φαντασία και μεράκι 🙂

  11. Πανέμορφη ιστορία και επίσης για τα ντολμαδάκια γράψε με και μένα στην λίστα με τα ταπεράκια!!!

  12. @ Ριτσάκι μου, κι εσύ ευσυγκίνητη; Πωωω! Τι θα κάνω με σας, πώς θα σας πάω σε συγκινητικό έργο στο θέατρο, ε;
    😉

    Καλό ταξίδι, θα τα λέμε εμείς 🙂

    @ Χαίρομαι που σ’ άρεσε, Γιώργο μου!
    Καλό Σαββατοκύριακο και σε σένα 🙂

  13. @ Κώστα Βλουτή, αφού ασχολείσαι θα σου αρέσουν -τα «γεμιστά» φαγητά μπορεί να έχουν λίγο μπελά, αλλά η νοστιμιά τους σε αποζημιώνει!

    Χαίρομαι που σου άρεσε και το κείμενο 🙂

    Καλό ΣΚ

    @ έλα βρε Δημητρούλα μας!!!
    Χωρίς εσένα, δεν γίνεται!!!
    🙂 🙂
    [πώς πήγε σήμερα;]

    @ Ρουλιώ μου, είναι που είσαι ευαίσθητη και σε συγκινούν εύκολα, εσύ!

    Φιλιά 🙂
    (άσε τ’ αφεντικό να λέει)

  14. @ meniek μου, άφωνη; Εσύ??!!!!
    (να θυμηθώ να τσεκάρω αν σου έχει ξανασυμβεί…)
    😆 😆 😆

    Θα το πω μυστικά στη Ν., να ξέρει 😉

    Φιλιά πολλά, σας πεθυμήσαμε:)

    @ Αυτό ακριβώς βρε Καμηλιέρη μου -και στην πραγματικότητα, αυτό μου το έλεγε εμένα ο παππούς μου…
    🙂

    @ Θα ξεσκονίσω τα βιβλία μου, ΜΖ -αν είναι για ρακοκάζανο, ποτέ δεν λέω όχι!
    😉

    Καλό ΣΚ, θα μιλήσουμε ως τότε.

  15. @ Χαίρομαι που άρεσε και σε σένα μαγισσούλα μου!
    (ετοιμάζω το λικέρ σου)
    🙂

    Φιλιά

    @ Αχ βρε Ρουλιώ μου, είδες;
    (μα δεν είναι πολύ εκνευριστικό να τα βάζουν όλα από την άλλη μεριά, ε; )
    🙂 🙂

    @ mata μου, βεβαίως!
    🙂

    Καλό ΣΚ

  16. τωρα συνειδητοποιησα ότι εγω φταίω που γράφεις τόσο ομορφα και κατεβατά!!! Λοιπον, μικρό, θελω ποσοστάαααααα!!!!

  17. Νατασσακι μου καλημερα επιτελους σημερα το πρωϊ καταφερα να σε διαβασω και ειδα την αφιερωση, τι τραγουδι ειναι αυτο,ανατριχιασα ,φιλεναδα πες μου σε ποιο εκδοτικο οικο ν’απευθυνθω??? θελω και ποσοστα .Τελειο κειμενο.φιλακι

  18. πω πω προβλέπω την παγκόσμια πρώτη… τσελεμεντές να παίρνει νόμπελ λογοτεχνίας 🙂 πολύ όμορφο 🙂

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.